ΧΑΡΗΣ ΜΑΥΡΟΣ

Το προσωπικό μου blog

Το μέγεθος της αποστασιοποίησης (*) Μικροδιήγημα

Απ’ το άλφα ως το ωμέγα, θα πυροβολούσε μέχρι θανάτου τα γράμματα, ώστε να μην έχουν δυνατότητα να συρθούν πληγωμένα και να σχηματίσουν λέξεις λίγο πριν ξεψυχήσουν. Θα έβγαζε με τα ίδια του τα χέρια τα τούβλα της νοητής πόλης που έχτισαν ένα βράδυ, μέχρι τα νύχια του να πέσουν ματωμένα από τα δάχτυλα. Θα έπαυε να φλεγμαίνει από αισθήματα που δεν μπορούσε να ονοματίσει. Θα θύμιζε στον εαυτό του κάθε φορά πως έχει τη δυνατότητα να μην υπάρχει για κανέναν, πως δεν έχει την ανάγκη να υπάρχει για τον οποιονδήποτε. Καμία επιβεβαίωση διαδικτυακή, κοινωνική, επαγγελματική δεν τον αφορούσε, όταν όλοι τρέφονται και συντηρούνται στη ζωή απ’ την αποδοχή. Θα έδινε πραγματικό νόημα στη λέξη αποστασιοποίηση. Περπατώντας νωχελικά σε γραμμικές ή μη πορείες, ανατρέποντας μικρόκοσμους χωρίς καμία καταγραφή, χωρίς καμία ενημέρωση σε κανέναν. Πιο ζωντανός από κάθε άλλη φορά, πιο νεκρός για τους υπόλοιπους από κάθε άλλη φορά. Η παρουσία της απουσίας που απλώνεται αργά σαν ομίχλη και την καταλαβαίνεις μονάχα όταν έχει σκεπάσει τα πάντα. Θα.

Λειμώνας (*) Σκέψεις

Προβλέψιμο είδος, ακόμη και στις λιγότερο προβλέψιμες του εκφάνσεις. Ένα χι διάφορα το λιβάδι απ’ τον χειμώνα. Μηρυκασμός συναισθημάτων, εικόνων, αναμνήσεων, επιτευγμάτων, χαρούμενα πετυχημένα γελάδια, βραδυκίνητα, ευτυχισμένα με λίγο χορτάρι. Στάβλος, χορτάρι, άρμεγμα και πάλι απ’ την αρχή. Σταθερότητα και συνεισφορά. Τσιγκέλι σε τοίχο κρεοπωλείου αδιόρατο μέσα στην καταπράσινη έκταση. Συναισθήματα, εικόνες, αναμνήσεις, επιτεύγματα. Ασπρόμαυρες βούλες, σκακιέρες τα κορμιά, χρονόμετρο, ηττημένοι κι ηττημένοι που αυτοαποκαλούνται νικητές. Ζωή και θάνατος. Ένα χι διαφορά.

Πράσινη κουρτίνα (*) Σκέψεις

Δεν υπάρχει άνθρωπος να εμπιστευτώ τις γάτες μου, δεν υπάρχει άνθρωπος να εμπιστευτώ. Αιωρούμενο λιβάδι με σταγόνες φωτός, κορμί κουρασμένο σε κρεβάτι με τραβηγμένη τέρμα την πράσινη κουρτίνα. Ζύγιση νεκρού αγγέλου που σκοτώθηκε από την τάχιστη πτώση σε υπνοδωμάτιο. Έμεινε μονάχα ένα παιδί που μέσα του έβραζε ο θυμός, με τα εκ των έσω εγκαύματα να μην έχουν επουλωθεί ακόμη. Η ολότητά του μια οξεία φλεγμονή. Ο θυμός της μη ειρήνης ή καλύτερα της ειρήνης που και να υπάρχει, κάπου χάνεται στην αποκωδικοποίηση. Εμμονή λίγο πριν τα μεσάνυχτα με μια ιδέα δικαίου που δεν υφίσταται. Τι σχέση έχει η μνήμη με την τοποθέτηση του οποιουδήποτε μέσα σε χρόνους αποθεραπείας; Υπάρχει εσωτερικό στον χρόνο; Μπορεί κάποιος να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του χρόνου και του σύμπαντος; Και για να μην είναι υβριστικό το θέμα ενός ενήλικου σώματος με τσακισμένα φτερά και παιδική ψυχή, δε θα έπρεπε όπως ξυπνάνε τα σώματα τα επόμενα πρωινά πριν αποχωριστούν τα πρωινά για να οδεύσουν στη θανατερή υπόλοιπη μέρα να υπάρχει μια συνειδητότητα του γυμνού τους κορμιού; Των δυνατοτήτων του; Της ανάγκης να διαιρεθεί ώστε να κοινωνηθεί στους πιστούς του; Κανένα νόημα, ίσως φταίει η Σάρα Ρεβέκκα που θέλει να τη φωνάξουν άγγελο μία ακόμη φορά και κατέληξε να είναι η μόνη που φωνάζει εμένα.

Εκτός σφαίρας επιρροής (*) Σκέψεις

Παραίτηση απ’ την ανθρώπινή ιδιότητα, κρατάς το παρά, προσθέτεις την τήρηση, ποια τήρηση θα πεις που ακόμη κι ως μη άνθρωπος τίποτα δεν τηρείται, κόσμος ρευστός με άρωμα ανατολής, με αντιθέσεις που δεν είναι για σένα, με όσα ειπώθηκαν να φεύγουν κι όσα δεν ειπώθηκαν να βαραίνουν, γιατί τα λόγια είναι ευχές και κατάρες μαζί, γιατί οι άνθρωποι είναι μικροί και μεγάλοι μαζί, σε ό,τι διάσταση μπορεί να έχουν αυτά τα δύο επίθετα, γιατί τα επίθετα δεν αλλάζουν τους ανθρώπους, γιατί ουσιαστικά είναι ουσιαστικά, χωρίς τίποτα ουσιαστικό να αφήνουν ξοπίσω, παρά μια αίσθηση μυρωδιάς πριν εξανεμιστούν στη δίνη του χρόνου. Γιατί δεν ξέρεις πια τι είναι δίκαιο και τι όχι, μόνο ο θάνατος τους συναντάει όλους, μόνο αυτό έχουν κοινό οι έχοντες ακριβά αυτοκίνητα κι οι έχοντες μια όμορφη γυναίκα και δύο παιδιά, οι έχοντες τη μοναξιά κι οι έχοντες τη λατρεία. Δέντρο, γάτα ή εξωγήινη μορφή, αφουγκράζεσαι χωρίς να θέλεις την αποπνικτική αγωνία των ανθρώπων να ζήσουν για πάντα, να κρατηθούν με τα νύχια της άγνοιας στον γκρεμό της ύπαρξής τους, να υπάρξουν ως αθάνατοι για το μετρημένο διάστημα της ζωής τους, αλαζονικά, αφήνοντας τις χιλιοφωτογραφημένες μέρες τους να περνούν με έπαρση ή οι πιο άτυχοι κυνηγώντας απλά να ικανοποιήσουν τα ένστικτα της πείνας, της δίψας και της αναπαραγωγής. Παραίτηση απ’ την ανθρώπινη ιδιότητα. Τραγούδι, νερό που κυλά ή ουρανός με κίτρινο και ροζ, σε μέρος εκτός σφαίρας επιρροής.

Συγγνώμη (*) Μικροδιήγημα

Σκυλί καφέ με μαύρο, μεγαλόσωμο, ίσως γερμανικός ποιμενικός, με το λουρί του να σέρνεται στο χιόνι, μόνο, να μυρίζει σαν να ψάχνει τα βήματα αυτού ή αυτής που κάποτε το παράτησε, περνά κάτω απ’ το παράθυρό σου, αδυνατισμένο, μυρίζοντας το χιόνι, μέχρι να χαθεί στην επόμενη στροφή. Κι εσύ να μην μπορείς να το βοηθήσεις, βρίσκεσαι σε ξένη πόλη κι ετοιμάζεσαι να φύγεις. Μπορείς μόνο να ενημερώσεις την τοπική φιλοζωική για να σου πει ότι προφανώς είναι ένα απ’ τα πολλά αδέσποτα σκυλιά που φροντίζει (μα το λουρί κρεμόταν θα σκεφτείς). Δεν έχεις ωστόσο παρηγορηθεί, γιατί είδες στο βλέμμα του την απόγνωση, είδες πώς είναι να κουβαλάς την εγκατάλειψη χωρίς ποτέ κανείς να σου εξηγήσει το γιατί. Ένιωσες πως είναι να σε τιμωρούν μια κρύα μέρα του Φλεβάρη, με τη στέρηση στέγης, τη στέρηση αγάπης, τη στέρηση ζεστασιάς, γιατί έτσι. Γιατί είσαι βάρος, γιατί χρειάζεσαι φροντίδα που δεν μπορείς να παρέχεις μόνος σου στον εαυτό σου. Γιατί παρά τις πληγές που σου προξένησαν, εσύ συνεχίζεις να αγαπάς και ψάχνεις τη μυρωδιά αυτού ή αυτής που κάποτε σου έμαθε τι είναι αγάπη, ασφάλεια, σιγουριά. Γιατί είχες την ατυχία να είσαι σκυλί κι όχι άνθρωπος. Γιατί είχες την ατυχία να ξέρεις μόνο να αγαπάς, όση κακία κι αν έχεις συναντήσει. Συγγνώμη.

Αρέσει σε %d bloggers: